- μνηστηροκτονία
- η (Μ μνηστηροκτονία) [μνηστηροκτόνος](στον Όμηρο) ο φόνος τών μνηστήρων τής Πηνελόπης από τον Οδυσσέα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μνηστηροκτονία — μνηστηροκτονίᾱ , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem nom/voc/acc dual μνηστηροκτονίᾱ , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνηστηροκτονίᾳ — μνηστηροκτονίᾱͅ , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνηστηροκτονίας — μνηστηροκτονίᾱς , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem acc pl μνηστηροκτονίᾱς , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνηστηροκτονίαν — μνηστηροκτονίᾱν , μνηστηροκτονία slaughter of the suitors fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνηστηροφονία — η (Α μνηστηροφονία) μνηστηροκτονία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μνηστήρ, ῆρος + φονία (< φονος < θείνω)] … Dictionary of Greek